Εκτύπωση

...μία κόρη του Λάδωνα

 
Aπό τις μεγαλύτερες και ωραιότερες πόλεις της περιοχής που σήμερα ονομάζεται Γορτυνία, η αρχαία Θέλπουσα (ή Θέλφουσα και, κατά τον Πολύβιο, Τέλφουσα) μετονομάστηκε στους μέσους χρόνους σε Βάναινα. Στο σύντομο πέρασμα του από εκεί, ο Παυσανίας εξηγεί πως πήρε το αρχικό της όνομα:

«τεθναι δ ατνομα π νύμφης λέγουσι Θελπούσης, ταύτην δ θυγατέρα εναι Λάδωνος»  [Αρκαδ. XXV, (2) 3]

Κι αυτό επειδή κάθε πηγή έχει και τη Νύμφη της. Η ομώνυμη μικρή πηγή της Θέλπουσας, κάπου κοντά στα ερείπια  ΑηΓιάννη/Ασκληπιού, έστελνε τα νερά της στο Λάδωνα. Επομένως, δεν μπορούσε παρά να είναι θυγατέρα του!

Είναι άγνωστο το πότε ακριβώς ιδρύθηκε η πόλη. Με βάση όμως τοπικά ευρήματα (όπως το τρίγλυφο του Αρμενίδα - SEG 11-1123) αλλά και ευρήματα άλλων περιοχών (όπως το κηρύκειο της Ολυμπίας - SEG 11-1254a), η Θέλπουσα ήταν αξιόλογη πόλη-κράτος τουλάχιστον από τον 5ο π.Χ. αιώνα. Αν μάλιστα συνδυάσουμε την τοπική λατρεία, όπως αυτή αποτυπώνεται  π.χ. στα νομίσματα  της (Θεά Δήμητρα, ίππος Αρίων),  με τον  σχετικό  στίχο  της  Ιλιάδας  που 


Δήμητρα – 'Aρίων[1]* (οριζόντια) , Πάνας – Σύριγγα (κάθετα)


μιλάει  με  θαυμασμό για τον «Θεϊκό Αρίονα»

«...οκ σθ' ς κέ σ' λσι μετάλμενος οδ παρέλθ, οδ' ε κεν μετόπισθεν ρίονα δον λαύνοι...»  [Ιλ. Ψ 345-346]

και που είναι έργο του 8ου π.Χ. αιώνα, διαισθάνεται κανείς οτι η Θέλπουσα πρέπει να προϋπήρχε των Ομηρικών Επών. Κι αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο για μία πόλη της Αρκαδίας, από όπου ...ξεκίνησαν όλα (Λυκόσουρα, κλπ.).

Έχει διατυπωθεί η άποψη οτι η δημιουργία της πόλης ανάγεται μεν στα (πολύ παλαιά) χρόνια του «ιστορημένου μύθου», αλλά το όνομα προέκυψε κάπου στον 14ο π.Χ. αιώνα και, μάλιστα, έχει και αρκετή ...Θηβαϊκή γεύση (Τελφουσία κρήνη, κλπ.). Όπως και να έχει το πράγμα, δηλαδή ακόμη κι αν αμφισβητηθεί η «αυθεντικότητα» ή το «αυτόχθον» της τοπικής παράδοσης (μυθολογίας, λατρείας), η ουσία είναι οτι η Θέλπουσα αναδείχτηκε σε επίσημη πόλη-κράτος, αναπτύσσοντας διπλωματικές σχέσεις με την Αθήνα, με τους Δελφούς, με πόλεις της Ιωνίας, κλπ.

Στην περίοδο της ακμής της (5o–3o αιώνα π.Χ.) είχε στην κυριαρχία της μία μεγάλη περιοχή, που κάλυπτε περίπου 275 χιλιάδες στρέμματα[12] και που ήταν γνωστή ως «Τελφουσία» [Πολ. IV, (60) 4]. Τα σύνορά της έφταναν στα βόρεια μέχρι τις Αζανικές πόλεις Ψωφίδα (κοντά στα σημερινά Τριπόταμα) και Κλείτορα (σημερινή Κλειτορία), ενώ στα νότια μέχρι τη συμβολή της Τουθόας (Λαγκαδινού) στο Λάδωνα, δηλαδή στη σημερινή Μπερτσιά. Όπως αποδεικνύει η επιγραφή του Φύλαρχου (IG V,2 1.64), συμμετείχε στο Κοινόν των Αρκάδων, στο οποίο αναφέρεται και η διάσημη αναφορά του Αριστοτέλη (εδάφιο 1261a29 των Πολιτικών), ενώ πολύ αργότερα εντάχθηκε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία.

Είχε σημαντικό πληθυσμό και συγκοινωνούσε με αμαξιτούς δρόμους, τόσο με τη Σπάρτη όσο και με την Αρχαία Ολυμπία, αλλά και με …ιστιοφόρα πλοιάρια του ποταμού τα οποία προσάραζαν στη σημερινή τοποθεσία Τουμπίτσι! (Οι παλαιοί Βαναιναίοι, μάλιστα, είχαν δεί πέτρινους τοίχους με χαλκάδες, υποτίθεται για το δέσιμο των πλοιαρίων, που έρχονταν από το Κατάκωλο!!)

 Τα σκόρπια ερείπια που βρίσκονται στην περιοχή (όσα ...επέζησαν, τώρα πιά κρυμμένα μέσα στις «πατουκλιές» ή πίσω από φράχτες κτημάτων) μαρτυρούν την παλιά της δόξα. Μία επιγραφή του 4ου αιώνα (352 π.Χ.), χαραγμένη πάνω σε πέτρα, που βρέθηκε κοντά στην (παλαιά) γέφυρα στο Τουμπίτσι, εξυμνεί την ανδρεία των κατοίκων της:

«Ἂξια σοῦ, Θέλφουσα, καὶ Ἑλλάδος ἂνυσαν ἒργα
Μαρνάμενοι πάτρας οἲδε περὶ σφετέρας.
Ἦ γὰρ ἒσω νυκτὸς πυμάτας ὑπὲρ ἒρκεα πύργων
Βάντα κατ' ἀκροτάτων ἢλασαν ἐκτὸς Ἂρη
Δυσμενέων πολλοὺς δὲ δι' αἳματος ἐκτανύσαντες
[Κάτ]θανον εὐνομίαν ῥυσάμενοι πατέρων.»

[Άξια προς το όνομα σου και της Ελλάδος, ώ Θέλφουσα, αυτοί εδώ (οι τιμώμενοι με τη στήλη) κατάφεραν έργα, αγωνισθέντες για την πατρίδα τους. Πράγματι, τα μεσάνυχτα της τελευταίας νύχτας που ο εχθρός (οι Σπαρτιάτες) είχε ανέβει στους πύργους του τείχους, αυτοί τον έδιωξαν σκοτώνοντας πολλούς. Πέθαναν όμως και οι ίδιοι, για να διαφυλάξουν την δικαιοσύνη των προγόνων τους και να φανούν αντάξιοι τους]

Πρόκειται για  απόκρουση-πανωλεθρία των Λακεδαιμονίων οι οποίοι, έχοντας ελεύθερο το πεδίο μετα το θάνατο του Επαμεινώνδα (362 π.Χ.), είχαν αρχίσει την προσπάθεια να ξαναφτιάξουν το αρχαίο τους υπερκράτος. Μόνο που εδώ στη Θέλπουσα ατύχησαν... Σκοτώθηκαν και αιχμαλωτίσθηκαν πάρα πολλοί, μεταξύ αυτών και ο αρχηγός τους Ανάξανδρος:

«...οἰ Θηβαῖοι μετὰ τῶν συμμάχων ἐνίκησαν τοὺς πολεμίους περὶ Τέλφουσαν καὶ συχνοὺς ἀνελόντες
 ἐζώγρησαν Ἀνάξανδρόν τε τὸν ἡγούμενον καὶ τῶν ἂλλων πλείους τῶν ἑξήκοντα» [Diod. xvi 39]

Έξι και πλέον αιώνες αργότερα, η πόλη, σχεδόν έρημη από την εποχή του Παυσανία, εξακολουθεί εν τούτοις να δηλώνει παρούσα. Κι αυτό γιατί στη Θέλπουσα βρέθηκε, μεταξύ άλλων, ενεπίγραφη στήλη - απόσπασμα του Διοκλητιάνειου αγορανομικού κώδικα του 301 μ.Χ., ενός διατάγματος το οποίο είχε σαν στόχο να προφυλάξει τον κόσμο από την κερδοσκοπία που ακολούθησε τη νομισματική μεταρρύθμιση του 296 μ.Χ., όπου είχε ελαττωθεί το βάρος και επομένως η αξία του μετάλλου των νομισμάτων. [Η στήλη αυτή, με τις ανώτατες επιτρεπόμενες τιμές των τότε προϊόντων, καταχωρήθηκε από τον Α. Πετρονώτη (SEG 37-335) και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Τριπόλεως].

Οι ιστορικοί χάρτες που ακολουθούν (των Kiessling, Kiepert και Blümner, προσαρμοσμένοι από τους αντίστοιχους του Π.Γ. Πυριοβολή[2]) δείχνουν, σε σχέση με τη Θέλπουσα, τις γλώσσες/διαλέκτους καθώς και τά φύλα του 5ου π.Χ. αιώνα, την περιοχή στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (420 π.Χ.), τα όρια της Θελπουσίας πριν και μετά τη δημιουργία του Κοινού των Αρκάδων (370 π.Χ.), την πρόσκαιρη συμμαχία Αχαιών - Αιτωλών κατα τον 3ο π.Χ. αιώνα, την Αχαϊκή Ομοσπονδία/Συμπολιτεία (228 π.Χ.) στην οποία συμμετέσχε και η Θέλπουσα και, τέλος, την περιοχή στα χρόνια του Παυσανία (2ος μ.Χ. αιώνας).

[Στα τελευταία αυτά χρόνια, η Αρκαδία ήταν γεωγραφικά χωρισμένη σε δεκατρείς περιοχές, που έπαιρναν το όνομα τους από την αντίστοιχη κύρια πόλη].

Αναφορές στο όνομα της πόλης γίνονται για άλλους τέσσερεις ακόμα αιώνες [π.χ. στον «Συνέκδημο» του «Ιεροκλέους Γραμματικού», δηλαδή στον επίσημο κατάλογο των 64 επαρχιών και 912 πόλεων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας του 6ου μ.Χ. αιώνα, ~535 μ.Χ., όπου η Θέλπουσα εμφανίζεται στη 10η «Ἐπαρχία Ἑλλάδος, ἢγουν Ἀχαΐας», με αριθμό (647) 6, ενώ τον αμέσως επόμενο αιώνα (7ο), κατάλογος επισκόπων της Πελοποννήσου αναφέρει στη θέση 50 (λ') τον επίσκοπο «Θιελπούσης» - βλ. ZKG, τομ. 12 (1891) σελ. 533]. Βλέπουμε, επομένως,  οτι η ζωή της Θέλπουσας κάθε άλλο παρά σύντομη ήταν, αφού η πολιτισμική της «αδράνεια» (με την έννοια της φυσικής) την βοηθάει να αντέξει και τους ελληνιστικούς-ρωμαϊκούς χρόνους μέχρι να σταματήσει κάπου μέσα στο Βυζάντιο.

Την ακριβή ηλικία της θα μπορούσε βέβαια να προσδιορίσει η αρχαιολογική σκαπάνη. Ομως δεν έχει γίνει ποτέ συστηματική ανασκαφή του χώρου. Για τη θέση της πόλης δεν υπάρχει θέμα, αφού οι πληροφορίες του Παυσανία την προσδιορίζουν πέρα από κάθε αμφιβολία. Εκτός αυτού, υπάρχει και «επιγραφική επιβεβαίωση» ήδη από το 1878[3], ενώ το 1891 μία επίσκεψη-πρόχειρη «εκσκαφή» από τον Β. Λεονάρδο[4] αποκάλυψε και την προαναφερθείσα επιγραφή της νίκης κατά των Σπαρτιατών. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ακρόπολις» του 1893[5], εξ άλλου, εξήντα και κάτι χρόνια πριν, δηλαδή περίπου το 1830, έγιναν «επιπόλαιες ανασκαφές» οι οποίες αποκάλυψαν μέρος του θεάτρου και του σταδίου, τείχος της ακροπόλεως, λάρνακες τάφων και σπονδύλους κιόνων.

Έναν αιώνα αργότερα, 1938-1939 ο χώρος της Θέλπουσας έγινε αντικείμενο μελέτης της Γαλλικής Σχολής Αθηνών και ειδικά του Jacques Roger (1910-1984), στη μνήμη του οποίου η συνάδελφος του Madeleine Jost παρουσίασε το 1986 μία εντυπωσιακή εργασία[6], βασισμένη, κυρίως, στις σημειώσεις του (υπήρξε μάλιστα και σχετικό δημοσίευμα στο Περιοδικό «Βυζίκι», το 1988).


Η Θέλπουσα από το νότο, όπως την φωτογράφησαν ο J. Roger  και ο συνεργάτης του H. Metzger
(Με κλικ στην φωτογραφία, ανεβαίνει η αντίστοιχη  από τα βορειο-ανατολικά)

Μελετώντας τα ερείπια της αγοράς, ο Roger εντυπωσιάστηκε από το μέγεθος της, το οποίο του φάνηκε δυσανάλογα μεγάλο για μία πόλη σαν τη Θέλπουσα.


Βάσεις βόρειας  πύλης της αγοράς (με σκαρίφημα της) και νότιας πύλης


Εκτός από τα εμφανή κτίσματα, όπως το Ρωμαϊκό μνημείο, γνωστό τοπικά ως Ρωμαϊκό «Λουτρό»[7], πίσω και πάνω από το οποίο διακρίνεται (στη φωτογραφία που ακολουθεί) η Ακρόπολις, ο Roger φωτογράφησε μεταξύ άλλων και δύο ακροκέραμα:


Ρωμαϊκό μνημείο – Ακροκέραμα

Ανατολικά της αγοράς, στους πρόποδες του λόφου της Ακρόπολης, τέλος, ο Roger βρήκε μία βάση-θεμέλιo από ακανόνιστα  "μπλόκια" πωρόλιθου, τα οποία - χωρίς αμφιβολία - ανήκαν σε κάποια εξέδρα (θεάτρου, σταδίου;;)[9].

Εκτός από τις προαναφερθείσες σημαντικότατες επιγραφές (βλ.παραπομπές [3] και [4]), έχουν βρεθεί μερικές ακόμη σε τοίχους σπιτιών (στα Τρόπαια και στο Βυζίκι),  από τους οποίους και αποκολλήθηκαν, προκειμένου να καταγραφούν και να μεταφερθούν σε μουσείο.

Ο άνθρωπος που φρόντισε να προφυλάξει τα περισσότερα από τα παραπάνω επιγραφικά ευρήματα, καθώς και πολλά απλά (ταφικά) επιγράμματα, ήταν ο αρχαιολόγος και ήδη τότε «επιμελητής αρχαιοτήτων» Μάρκελλος Μιτσός. Έτσι, κατά την τριετία 1933-1936, ο Μιτσός μάζεψε όσες επιγραφές της Θέλπουσας μπόρεσε και τις έκλεισε στο παλαιό δημοτικό των Τροπαίων. Είκοσι τρία χρόνια μετά, η λεγόμενη «Συλλογή Μιτσού»[10] μεταφέρθηκε στο μουσείο της Ολυμπίας από τον τότε έφορο αρχαιοτήτων Ν. Γιαλούρη και  λίγο αργότερα -1964- έγινε αντικείμενο συστηματικής μελέτης από τον G.-J. Te Riele[11]. Φωτογραφίες, του τελευταίου, ορισμένων ταφικών επιγραμμάτων δίνει η «πινακοθήκη» που ακολουθεί:

Μερικά ακόμη επιγράμματα της Θέλπουσας καταγράφονται εδώ.

Εκτός όμως από τα λεγόμενα «εσωτερικά» ευρήματα, δηλαδή τα τοπικά, υπάρχουν πολλά και πολύ σημαντικά «εξωτερικά» πειστήρια[12] τα οποία, ταυτόχρονα, αποδεικνύουν και την εξωστρέφεια της πόλης. Επιγραφικά ευρήματα από τους Δελφούς, την Επίδαυρο, την Τεγέα, την Ολυμπία, την Κώ, την Κρήτη κ.α., παρουσιάζονται στην παρακάτω πινακοθήκη:

Μία ακόμη «τεκμηρίωση» της πόλης προκύπτει και από τον Πολύβιο, ο οποίος αναφέρεται σε δύο Μακεδονικές εκστρατείες στην Πελοπόννησο. Κατά την πρώτη, ο «κηδεμόνας» βασιλιάς Αντίγονος ο 3ος, έχοντας κατέβει το 224 π.Χ. για να χτυπήσει τους Σπαρτιάτες του Κλεομένη του 3ου, δέχεται την οικιοθελή παράδοση Ηραίων και «Τελφουσίων» [Πολ. ΙΙ, (54) 12]:

«...ἀναζεύξας προῆγε τὴν ἐφ' Ἡραίας καὶ Τελφούσης. παραλαβὼν δὲ καὶ ταύτας τὰς πόλεις, ἐθελοντὴν προσχωρησάντων αὐτῷ τῶν κατοικούντων, ...»

Τέσσερα χρόνια αργότερα (220 π.Χ.), οι Μακεδόνες έρχονται πάλι στην περιοχή, με τον ενήλικα πλέον Φίλιππο τον 5ο, θετό γυιό του Αντίγονου. Σε ότι αφορά την Θέλπουσα, ο νεαρός Μακεδόνας βασιλιάς επιστρέφει σ' αυτήν τη γειτονική Στράτο (που βρισκόταν απέναντι της, στη δυτική πλευρά του Λάδωνα) την οποία είχαν «αρπάξει»οι Ηλείοι αλλά την εγκατέλειψαν πριν κάν φθάσουν εκεί οι Μακεδόνες[13]:

«ὁμοίως δὲ καὶ τὴν Στράτον ἐκλιπόντων τῶν Ἠλείων ἀποκατέστησε τοῖς Τελφουσίοις.» [Πολ. IV, (73) 2]

Λίγο πριν την κάθοδο των Μακεδόνων του Αντίοχου Γ', η Θέλπουσα ανέδειξε και τον Ολυμπιονίκη της. Κατά τους 138ους Ολυμπιακούς αγώνες (228 π.Χ.), ο Ἐμαυτίων νίκησε στον αγώνα δρόμου του «σταδίου» (αγώνα ταχύτητας 180 μ.) για παίδες, δηλαδή αναδείχθηκε σε «σταδιονίκη». Ο Παυσανίας καταγράφει τη νίκη αυτή [Ηλιακών Β' VI, (17) 4], ενώ η καταγωγή του νεαρού αθλητή από την Θέλπουσα τεκμηριώνεται από το επίγραμμα του αδριάντα του στην Ολυμπία (IG IV2, 1 72). Ας σημειωθεί οτι ο Ἐμαυτίων, ο οποίος σε ορισμένες εκδόσεις του Παυσανία εμφανίζεται ως Ἐνατίων, εκπροσώπησε αργότερα την Θέλπουσα ως «ειρηνοδίκης» σε διένεξη μεταξύ Μεθάνων/Αρσινόης και Επιδαύρου (IG IV2,1 72).

Αναφορικά με τα νομίσματα, πρέπει να σημειωθεί οτι εκτός από τα τοπικά, η πόλη έκοβε και «αυτοκρατορικά». Αυτό σημαίνει οτι η καθολική αναγνώριση της ως πόλης-κράτους κατά τους ιστορικούς χρόνους, συνεχίστηκε και στην Ρωμαϊκή εποχή. Μάλιστα, στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα, η Θέλπουσα απέκτησε ειδικό προνόμιο αυτονομίας από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο.

Ως πρώτη νομισματική περίοδος για την Θέλπουσα θεωρείται το χρονικό διάστημα μεταξύ 400 και 370(350) π.Χ. Στα νομίσματα που «κόπηκαν» τότε, τόσο τα ασημένια όσο και τα χάλκινα, απεικονίζεται η «Δήμητρα Ἐρινὺς» στην κύρια όψη («εμπροσθότυπος») και το θεϊκό άλογο «Ἀρείων» στην άλλη («οπισθότυπος»), σε διάφορες παραλλαγές:

 

Τα νομίσματα της περιόδου 300-280 π.Χ., δηλαδή τα πρό της Αχαϊκής Συμπολιτείας, είχαν στη μία όψη συνήθως τα γράμματα ΘΕΛ (στο κέντρο στέφανου δάφνης) ενώ, αργότερα,  την επιγραφή ΘΕΛ ΠΟV CIω Ν:

Στα χρόνια της Αχαϊκής Συμπολιτείας (280-146 π.Χ.) επιβαλλόταν στις συμμετέχουσες πόλεις και η «νομισματική ένωση»,

«ὣστε μὴ μόνον συμμαχικὴν καὶ φιλικὴν κοινωνίαν γεγονέναι πραγμάτων περὶ αὐτούς,
ἀλλὰ καὶ νόμοις χρῆσθαι τοῖς αὐτοῖς καὶ σταθμοῖς καὶ μέτροις καὶ νομίσμασι, ...» [Πολ. II, (37) 10:3]

Έτσι, κυκλοφορούσε ένα χάλκινο νόμισμα με τον «Αμάριο» ή «Ομαγύριο» Δία - τον Θεό των συγκεντρώσεων τους στο Αίγιο - στην κύρια όψη, ενώ στην πίσω πλευρά είχε μία καθιστή γυναίκα που κρατούσε ένα στεφάνι και ένα σκήπτρο[14]. Στο νόμισμα της Θέλπουσας, υπήρχαν στην όψη, εκατέρωθεν του Δία αλλά στραμμένα κατά 90°, τα χαράγματα ΧΙ και ΧΑΡΑΣΜΑ, ενώ στην πίσω πλευρά, περιμετρικά οι λέξεις ΑΧΑΙΩΝ ΘΕΛΠΟΥΣΙΩΝ[15]:

Με ανάλογο τρόπο ήσαν χαραγμένα και τα νομίσματα των υπόλοιπων 42 πόλεων της συμπολιτείας[16].

Μετά το 146 π.Χ. στη Θέλπουσα κόβονται ακόμη «αυτόνομα» νομίσματα χάλκινα (50-25 π.Χ.), που έχουν στην κύρια όψη την ακτινοβολούσα κεφαλή του Απόλλωνα ή της Δήμητρας και στην πίσω πλευρά δαφνο-στεφανωμένα τα γράμματα ΘΕΛ,

αλλά ο κύριος όγκος των συναλλαγών γίνεται πλέον με τα λεγόμενα «αυτοκρατορικά» νομίσματα, επίσης χάλκινα. Αυτά έχουν στην κύρια όψη Ρωμαίους ηγεμόνες της δυναστείας των Σεβήρων, δηλαδή τον Σεβήρο και τον μικρό του γυιό Γέτα ή τις Αυγούστες Ιουλία Δόμνα (σύζυγο του Σεβήρου) και Φούλβια Πλωτίλλα (σύζυγο του Καρακάλλα, πρωτότοκου γυιού του Σεβήρου). Στην πίσω όψη, τέλος, έχουν τον Πάνα, την Υγεία με τον Ασκληπιό, τον Ερμή, τον Διόνυσο, την Δήμητρα, την Άρτεμη, την Ίσιδα, τον Λάδωνα (ως ποτάμια θεότητα), την Νίκη, την Τύχη και τον Ηρακλή:

[Από τα νομίσματα των πόλεων βγαίνουν πολλών ειδών συμπεράσματα γι'αυτές. Σε έναν ενδιαφέροντα πίνακα Μεσογειακών πόλεων του παρελθόντος, καταγράφονται τα αντίστοιχα νομίσματα/εμβλήματα και συσχετίζονται με άλλες πόλεις. Έτσι, εκτός από την Θέλπουσα, ο ήλιος αποτελεί έμβλημα της Δήλου, αλλά και δύο Ιταλικών πόλεων: της Atella στην Καμπανία και της Entella στη Σικελία17.]

Τέλος, σε σχετικό χάρτη, δίνεται μιά (κατά προσέγγιση) αποτύπωση της Θελπουσίας Χώρας. Σ'αυτόν, σημειώνονται οι «εξαρτημένες» από την Θέλπουσα κώμες-πολίχνες που βρίσκονταν στην επικράτεια της, μαζί με ιερά και ναούς που αναφέρονται στον Παυσανία [8.25-1,3,11]. Είναι προφανές ότι, παρά την έκταση της, η Θελπουσία Χώρα δεν περιελάμβανε και την Γόρτυνα, όπως αναφέρει ο Πολύβιος [IV, (60) 4].

Όσο για την σημερινή μορφή της περιοχής της πόλης, στον παρακάτω χάρτη με τις ισοϋψείς καμπύλες και στην υποκείμενη αεροφωτογραφία του Google Earth, σημειώνονται τόσο τα «ορατά» κτίσματα (ΠΒ=Παναγία Βάναινας, ΡΜ=Ρωμαϊκό Μνημείο, Αγ=ΑηΓιάννης Θέλπουσας) όσο και οι κατά Jacques Roger - και κατά προσέγγιση - θέσεις της αρχαίας αγοράς (κόκκινες γραμμές) και της ακρόπολης (Ακ), που σήμερα είναι ...«αόρατες»!

Agora-on-contour.map1-

Η Αρχαία Αγορά της Θέλπουσας
[Με τον δρομέα πάνω στο χάρτη, εμφανίζεται η υποκείμενη φωτογραφία]


Η παλαιοχριστιανική εκκλησία του Αγίου Ιωάννη στην περιοχή της Θέλπουσας βρίσκεται μέσα στην περιφέρεια Βυζικίου.  Κατά τον διάσημο Γερμανό αρχαιολόγο και ιστορικό του 19ου αιώνα Ernst Curtius (γνωστό για την ανασκαφή της Ολυμπίας), ο Αηγιάννης είχε χτιστεί πάνω στα θεμέλια ιερού του Ασκληπιού. Ο ναός ήταν ορθογώνιος με αψίδα και έχει χρονολογηθεί στον 5ο ή 6ο αιώνα:

Αντίθετα, το Ρωμαϊκό μνημείο βρίσκεται στο σύνορο με την περιφέρεια του Σπάθαρι και μέσα σ' αυτήν. Παραμένει ακόμα «όρθιο» για να επιδεικνύει την περίτεχνη «διακοσμητική» κατασκευή του:

[ Φωτογραφίες της Παναγίας στη Βάναινα βρίσκονται με τις επιλογές «Γεωγραφία-->Αξιοθέατα-->Εκκλησίες & Ξωκλήσια» και κλικ πάνω στην πρώτη από τα αριστερά μπλέ «σημαδούρα» του αντίστοιχου χάρτη.]

--------------

* Οι αριθμοί στις αγκύλες αναφέρονται στις βιβλιογραφικές παραπομπές.

 

: | Τελευταία ενημέρωση : 16 Μάρτιος 2020