Αρχαία Τεῦθις (?)
..
Η Τεῦθις (ή Τευθίς) ήταν πόλις της αρχαίας Αρκαδίας που αναφέρεται στον Παυσανία, ο οποίος την επισκέφθηκε και περιέγραψε τους ναούς[1]*της, ενώ διηγήθηκε και μιά περίπλοκη ιστορία τσακωμού του αρχηγού της με τον Αγαμέμνονα και τη θεά Αθηνά στην Αυλίδα, πριν την αναχώρηση του Ελληνικού στόλου για την Τροία [2].
Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Παυσανία, η Τεῦθις μαζί με τη Θεισόα[3] και το Μεθύδριο, ήταν τρείς πόλεις υπό την ηγεμονία του Αρκαδικού Ορχομενού[4] των οποίων οι κάτοικοι αποφάσισαν να μετοικήσουν και να ενωθούν με πολλούς άλλους ώστε να δημιουργήσουν την Μεγάλη Πόλη, προκειμένου όλοι μαζί να προστατευθούν καλλίτερα από τους Σπαρτιάτες.
Αν και πολλοί την χαρακτηρίζουν ως «Ομηρική» πόλη, η Τεῦθις δεν αναφέρεται στον Όμηρο. Ετσι, η παλαιότερη και, πρακτικά, η μόνη πρωτότυπη αναφορά σ' αυτήν βρίσκεται στον Παυσανία [VIII, 28 (4)]. Δυστυχώς, όμως, η περιγραφή του για την τοποθεσία όπου βρίσκεται η πόλη, αφήνει περιθώρια για διαφορετικές ερμηνείες. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρξουν διαφωνίες μεταξύ των διακεκριμένων περιηγητών του 19ου αιώνα που επισκέφθηκαν την Αρκαδία.
Στον παρακάτω πίνακα δίνονται τα ονόματα των πιο σημαντικών από τους περιηγητές, οι οποίοι στα ταξίδια τους χρησιμοποίησαν ως ειδικό οδηγό τα «Αρκαδικά» του Παυσανία. Σε ότι αφορά στη θέση της Τεύθιδας, οι γνώμες τους δεν συμπίπτουν και αναφέρονται ως πιθανές τοποθεσίες οι εξής δύο: (1) η περιοχή Άκοβας/Γαλατά (Α/Γ) στα βόρεια (όπου το μεσαιωνικό κάστρο είναι χτισμένο πάνω σε αρχαιότητες, οι οποίες πρέπει να είχαν συνεχή από τα παλιά παρουσία και ζωή[5]), και (2) η κωμόπολη της Δημητσάνας (Δ) στο νότο (που και αυτή είναι χτισμένη πάνω σε οχυρωμένες αρχαιότητες, εύκολα ορατές ακόμη και σήμερα):
Πιθανή θέση της Τεύθιδας
[με βάση τις παρατηρήσεις περιηγητών (κυρίως) του 19ου αιώνα]
(1) Άκοβα/Γαλατάς (Α/Γ) | (2) Δημητσάνα (Δ) | (4) Οι δύο θέσεις εξίσου πιθανές |
Pouqueville (Ιστορικός[6]) | Leake (στρατ. Τοπογράφος[14]) | Frazer (Ανθρωπολόγος[20]) |
Gell (Αρχαιολόγος[7]) | Cramer (Ιερωμ., Γεωγράφος[15]) |
Blümner (Αρχαιολόγος[21]) |
Boblaye (στρατ. Γεωγράφος[8]) |
Philippson (Γεωλόγος[16]) |
|
Ross (Αρχαιολόγος[9]) |
Lattermann (Επιγραφολόγος[17]) |
|
Curtius (Αρχαιολόγος[10]) |
Kiepert (χαρτογράφος[18]) |
|
Aldenhoven (στρατ. Τοπογρ.[11]) | ||
Peytier (στρατ. Τοπογράφος[12]) |
(3) Όχι Δημητσάνα | |
Kiessling (χαρτογράφος[13]) | Levi (Αρχαιολόγος[19]) |
Εκτός των παραπάνω, υπήρξαν και περιηγητές οι οποίοι δεν διατύπωσαν δική τους γνώμη αλλά παρέπεμψαν σε άλλους. Για παράδειγμα, ο J. Conder[22] παραπέμπει στον Gell[7], ο W. Smith[23] στον Ross[9], ο C. Bursian[24] «ευχαριστεί» τον Leake[14], ενώ ο χάρτης του W. Hughes [25] απηχεί, επίσης, τις απόψεις του Leake πάνω στο θέμα.
Έχοντας επιδοθεί - στην καλλίτερη περίπτωση - σε «αρχαιολογία επιφανείας», οι περισσότεροι από τους μορφωμένους αυτούς ειδικούς ήταν προφανώς προσεκτικοί όταν έγραφαν για την θέση της Τεύθιδας. Χρησιμοποιούσαν λέξεις όπως «πιθανώς», «ίσως», «μπορεί» ή το ερωτηματικό (Teuthis?). Μόνο οι Ross, Leake και Levi πήραν απόλυτη θέση πάνω στο θέμα (μαζί με τους «χαρτογράφους» Peytier, Kiessling και Kiepert). Τέλος, συγκεκριμένη άποψη είχε και ο Latterman, πλήν όμως, κατά την διατύπωση της ανέφερε λανθασμένα το όνομα του Leake ως προτείνοντα τη βόρεια θέση.
Ο πρώτος χαρτογράφος που χρησιμοποίησε εξάντες, θεοδόλιχους και τριγωνισμό στον Ελλαδικό χώρο ήταν ο Peytier, ο πατέρας του «Γαλλικού» χάρτη της Πελοποννήσου[12]. Αυτός ο χάρτης μαζί με τους κυριότερους μεταγενέστερους χάρτες που αναφέρουν την Τεύθιδα, φαίνονται στην «πινακοθήκη» που ακολουθεί:
Τα βέλη έχουν προστεθεί για να διευκολύνουν τον εντοπισμό της Τεύθιδας ή για να τονίσουν την ύπαρξη ερωτηματικού (?). Κόκκινα για τη βόρεια θέση, κίτρινα για τη νότια και μπλε τα ουδέτερα.
Μια πιό προσεκτική ματιά στην επίσκεψη του Παυσανία στην Τεύθιδα
Ταξιδεύοντας στο δρόμο Ηραίας - Μεγαλόπολης, ο Παυσανίας φθάνει στην κώμη Γόρτυνα - που κάποτε ήταν πόλις - και περιγράφει το ναό του Ασκληπιού [VIII, 28 (1)]. Στη συνέχεια αναφέρεται στο ποτάμι της πόλης, το οποίο έχει πολύ κρύο νερό, ιδίως το καλοκαίρι. Εξηγεί ότι το τμήμα του ποταμού εκεί στα νότια - όπου εκβάλλει στον Αλφειό - ονομάζεται Γορτύνιος, ενώ το βόρειο τμήμα κοντά στις πηγές ονομάζεται Λούσιος (επειδή, κατά την μυθολογία, στα νερά του λούστηκε ο νεογέννητος Δίας) [VIII, 28 (2)].
Το τέλος της επόμενης παραγράφου [VIII, 28 (3)], περιέχει την πρώτη σημαντική πληροφορία σχετικά με το πρόβλημα της θέσης:
«Ἔχει μὲν δὴ τὰς πηγὰς ἐν Θεισόᾳ τῆ Μεθυδριεῦσιν ὁμόρῳ»
(Τις πηγές του τις έχει στη Θεισόα, την γείτονα των Μεθυδριέων)
Με άλλα λόγια, η ευρύτερη περιοχή της Θεισόας, που τώρα γνωρίζουμε ότι αρχίζει από τα δυτικά σύνορα του Μεθύδριου, απλωνόταν μέχρι τα βορειο-ανατολικά των Λαγκαδίων, σε περιοχή όπου πράγματι βρίσκονται οι πηγές του Γορτύνιου/Λούσιου.
Όπως φαίνεται στον χάρτη πιό κάτω, η Θεισόα - της οποίας το «κέντρο» βρίσκεται κοντά στην Καρκαλού - είναι πολύ βορειότερα της Γόρτυνας. Έτσι, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα οτι ο Παυσανίας προχωρούσε από τα νότια προς τα βόρεια, έχοντας ξεκινήσει από την Γόρτυνα για να φθάσει στην Τεύθιδα, αφού [VIII, 28 (4)]:
«τῇ χώρᾳ δὲ τῇ Θεισόᾳ προσεχὴς κώμη Τεῦθίς ἐστι: πάλαι δὲ ἦν πόλισμα ἡ Τεῦθις.»
(Όμορος κώμη με την Θεισόα είναι η Τεῦθις, η οποία παλιά ήταν πόλις)
Δηλαδή η Τεύθις, ως συνορεύουσα με την Θεισόα, βρισκόταν και αυτή κάπου στα βόρεια της Γόρτυνας.
Στην αφήγηση του Παυσανία, όμως, αναφέρεται μεν πρώτα η Θεισόα αλλά δεν γνωρίζουμε αν την επισκέφθηκε (αφού δεν δίνει περιγραφή των μνημείων της). Και κάπου εδώ, μπλέκουν τα πράγματα. Με δεδομένη την μορφολογία εδάφους της περιοχής και με το Μεθύδριο στα ανατολικά, η Τεύθις θα μπορούσε να είναι είτε νότιος (Δ-Δημητσάνα) είτε βορειοδυτικός (Α/Γ-΄Ακοβα/Γαλατάς) γείτονας της Θεισόας:
Πιθανές θέσεις της Τεύθιδας
(Καθαρά σχηματική και όχι υπό κλίμακα απεικόνιση της περιοχής των τριών πόλεων)
Έτσι, (με τον περιηγητή να ανεβαίνει από το νότο) μένει στον καθένα να αποφασίσει για ποιά από τις δύο περιπτώσεις έχει περισσότερο νόημα η φράση οτι «η Τεύθις είναι όμορος της Θεισόας»†.
Είναι προφανές, βέβαια, οτι μόνο η αρχαιολογική σκαπάνη θα μπορούσε να δώσει ένα σίγουρο τέλος στις αμφιβολίες που έχουν προκύψει, αφού η Δημητσάνα δεν είναι «επιγραφικά μαρτυρημένη» ως Τεύθις. Επομένως, η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας σε ότι αφορά στη θέση της Τεύθιδας, πρέπει να βασίζεται σε αρχαιολογικά ευρήματα ή, τουλάχιστον, να προσεγγίζεται με σοβαρά επιχειρήματα και όχι με επίκληση (ή αναπαραγωγή) γενικών ή υποθετικών απόψεων, σαν αυτές που διατυπώθηκαν από δύο σύγχρονους - πολύ αξιόλογους κατά τα άλλα - αρχαιολόγους της Βρεττανικής και της Γαλλικής Σχολής των Αθηνών, αντίστοιχα:
- "Dhimitsana. (...). The site is generally identified with ancient Teuthis[26]".
(Δημητσάνα... Τοποθεσία που γενικά ταυτίζεται με την αρχαία Τεύθιδα)
- "Si l'on admet que Teuthis était au Sud de Thisoa, près du Gortynios, l'attribution àcette bourgade des vestiges antiques visibles dans le village de Dimitsana, au Sud-Ouest de Karkalou, ne fait guere de doute.[27]"
(Αν υποθέσουμε οτι η Τεῦθις ήταν νότια της Θεισόας, κοντά στον Γορτύνιο, δεν υπάρχει αμφιβολία για την ταυτοποίηση των αρχαιοτήτων της Δημητσάνας στα νοτιο-δυτικά της Καρκαλούς)
Παρ' όλα αυτά, η σημερινή κωμόπολη της Δημητσάνας, κράτησε το όνομα Τεῦθις για τις δικές της αρχαιότητες.
Πρόσθετα στοιχεία που έχουν τη σημασία τους . . .
- Ένας από τους πρώτους δήμους του νομού Αρκαδίας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους), που καθορίστηκε με διάταγμα του 1834, ήταν ο Δήμος Τεύθιδος[28] με έδρα το Βυζίκι (ΦΕΚ 16/1835), που είναι χωριό της βορειοδυτικής Αρκαδίας, εντός των ορίων του οποίου συμβαίνει να βρίσκεται και το Κάστρο της Άκοβας. Μετά από δύο χρόνια, με νέο νόμο της αντιβασιλείας του Armansperg (ΦΕΚ 80/1836), η έδρα του Δήμου Τεύθιδας μεταφέρεται από το Βυζίκι στα Λαγκάδια, όπου έμεινε μέχρι το 1865, ενώ στο Βυζίκι δόθηκε η ονομασία «Δήμος Ογγίου» (1836-1841). Το σκεπτικό βάσει του οποίου έγινε αυτή η μεταφορά της έδρας του Δήμου Τεύθιδας δεν είναι γνωστό, αλλά σίγουρα δεν δικαιολογείται από τα διαθέσιμα ιστορικά δεδομένα, καθώς κανένας από τους μέχρι τότε γνωστούς ερευνητές–αρχαιολόγους δεν αναφέρει στα κείμενά του την περιοχή των Λαγκαδίων ως πιθανή θέση της αρχαίας Τεύθιδας. Σε ότι αφορά στη Δημητσάνα, σε όλο αυτό το (πρώτο) διάστημα ήταν έδρα του Δήμου Θεισόας .
- Κατά τις εργασίες διάνοιξης δρόμου προς την πηγή της ‘Μολόσαινας’, που βρίσκεται στους πρόποδες του βράχου της Άκοβας, το σκαπτικό μηχάνημα έφερε στην επιφάνεια σημαντικά ευρήματα [βλ. άρθρο του Ανδρέα Μερεντίτη στο περιοδικό «Βυζίκι», τευχ. 249, 1984], τα οποία τώρα βρίσκονται σε ειδική προθήκη στο μουσείο της Τρίπολης. Σχετικά με τα ευρήματα αυτά, η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αρκαδίας Άννα Βασιλική Καραπαναγιώτου γράφει τα εξής: «Στους πρόποδες του κάστρου, ολιγοήμερη σωστική ανασκαφή στη δεκαετία του 1980 έφερε στο φως ένα εξαιρετικά σημαντικό σύνολο από πήλινα ειδώλια αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, που υποδεικνύουν ότι στην περιοχή υπήρχε τόπος λατρείας»[29]. Επίσης, στην τοποθεσία Άγιος Τρύφωνας, πολύ κοντά στο κάστρο της Άκοβας, βρέθηκε ένας σπόνδυλος δωρικής κολόνας, τον οποίο και φωτογράφησε ο Ανδρέας Μερεντίτης [«Βυζίκι», τευχ. 241, 1983].
- Σύμφωνα με τον αείμνηστο Peter Levi, μέλος της Βρετανικής Σχολής Αρχαιολογίας των Αθηνών και σύγχρονο μεταφραστή του Παυσανία, δεν έχει βρεθεί στην περιοχή της Δημητσάνας επιγραφή που να σχετίζεται με την αρχαία πόλη της Τεύθιδας. Μάλιστα, ο ίδιος αρχαιολόγος, καταγγέλει ότι με πρωτοβουλία ενός δασκάλου του 19ου αιώνα, πολλά από τα αρχαία ευρήματα που υπάρχουν στη Δημητσάνα, δεν έχουν βρεθεί εκεί, αλλά μεταφέρθηκαν από αρκετά μεγάλες αποστάσεις, χωρίς όμως να δίνει περισσότερες πληροφορίες για το θέμα αυτό[19] . Επίσης, δεν έχουν βρεθεί ούτε καν ίχνη από τα ιερά της Αθηνάς, της Αφροδίτης και της Αρτέμιδας, τα οποία ο Παυσανίας αναφέρει ότι είδε στην Τεύθιδα[30].
--------------------------------------------------------
* Οι αριθμοί στις αγκύλες αναφέρονται στις βιβλιογραφικές παραπομπές .
† Όταν ταξιδεύεις προς μία πόλη, σε ενδιαφέρει κυρίως τι συναντάς πρίν από αυτήν και όχι τι υπάρχει μετά. Επομένως, η φράση «η Τεύθις είναι όμορος της Θεισόας» θα μπορούσε να υπονοεί οτι η Τεύθις βρίσκεται μετά την Θεισόα, δηλαδή βορειότερα.